Σαν σήμερα, 16 Δεκέμβρη, πριν από 50 χρόνια «έφυγε» ο μεγάλος κομμουνιστής ποιητής του λαού μας, ο πεζογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και δημοσιογράφος, Κώστας Βάρναλης, αφήνοντας όμως άσβεστο πίσω του το φως που πάντα καίει…
Ο επαναστατικός λόγος του «παππού των λαϊκών αγώνων», όπως τον είχε αποκαλέσει ο άλλος μεγάλος κομμουνιστής ποιητής Γιάννης Ρίτσος θα είναι πάντα και για κάθε γενιά ο “Οδηγητής”που θα μας δείχνει τον δρόμο για “να ρθει ανάποδα ο ντουνιάς…”
Ποιος ήταν, όμως, ο Κώστας Βάρναλης; Από πού εμπνεύστηκε το έργο του; Πώς εξελίχθηκε σ’ έναν από τους κορυφαίους ποιητές του 20ού αιώνα;
Ο Μενέλαος Λουντέμης, ο “πανανθρώπινος” λογοτέχνης, που με τη δύναμη της γραφής του συνεχίζει να ακουμπά τις καρδιές μας μέχρι σήμερα, μας αποκαλύπτει για τον επιστήθιο φίλο του Κώστα Βάρναλη: «Διάβασα κάπου ότι ως και τα ξεκινήματα του Βάρναλη δεν ήταν απ’ τα συνηθισμένα, ήταν κι αυτά πρωτότυπα. Πήρε την ποίηση λέει για παιχνίδι, ήταν δα από έφηβος “πειραχτήριο”. Πολύ αργότερα… έγινε ο κοινωνικός “ταραξίας” που άρχιζε ν’ απασχολεί πια και τις Αστυνομίες. Το πρώτο του ψευδώνυμο ήταν… Δήμος Τανάλιας. Σαν του το θύμισα κάποτε ξέσπασε σε τρανταχτά γέλια. – Σώπα… μου λέει. Για να ξέρεις γλύτωσα από χειρότερα…. Στην αρχή ήθελα να το κάνω Σφύρος Δρεπάνης. Αλλά πρόφτασε ένας βλάμης και μου είπε: Κάντο “Τανάλιας” και σώθηκα. Δηλαδή τι σώθηκα… (…) Η ποίηση του Βάρναλη δε μύριζε ποτέ γάλα. Μύριζε απ’ την αρχή μπαρούτι. (…) Ποιητής καθάριος, λαϊκός. Ποιητής των πικραμένων, των φουρκισμένων, των “αβόλευτων”, είναι ο Βάρναλης. Ένας ποιητής που -για πρώτη φορά στην ιστορία της ποίησής μας- απαγγέλθηκε από εργατικά χείλη, μπήκε στις φτωχογειτονιές, κατέβηκε στα υπόγεια ταβερνάκια…».
Γι’ αυτόν το λόγο, άλλωστε, με την ποίησή του δεν «χαϊδεύει», δεν εξιδανικεύει. Στο στόχαστρό του μπαίνει η μοιρολατρία, η «σκλάβα σκέψη», που τους την πλάσανε «οι δυνατοί». Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι «Μοιραίοι». Ούτε «δίνει λέξεις παρηγόρια».
Σε όλο του το έργο ο βραβευμένος με το Βραβείο Λένιν ποιητής καταδεικνύει ότι οι αξίες των αστών έχουν παλιώσει και η εργατική τάξη είναι η μόνη προοδευτική κοινωνική δύναμη. Την καλεί για τη δική της έφοδο στους ουρανούς.
Δεν το είχε σκοπό, ούτε και το πολυπίστευε αλλά έγινε μεγάλος. Και είναι η ώρα το χρέος μας απέναντι του, να το αποδώσουμε… έτσι όπως το απαιτούσε… «Όχι με λόγια, μ’ έργα τ’ Άδικο πολέμα!/ Κι όχι μονάχος! Με τα πλήθη συνταιριάσου!…».